Grenade - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Grenade - translation to Αγγλικά


Grenade         
Grenada, island state in the eastern West Indies
lance-grenades         
n. grenade launcher
grenade à main         
n. hand grenade

Ορισμός

grenade
[gr?'ne?d]
¦ noun
1. a small bomb thrown by hand or launched mechanically.
2. a glass receptacle containing chemicals which are released on impact, used for testing drains and extinguishing fires.
Origin
C16 (in the sense 'pomegranate', which the bomb supposedly resembled in shape): from Fr., alt. of OFr. (pome) grenate (see pomegranate), on the pattern of Sp. granada.

Βικιπαίδεια

Grenade
A grenade is an explosive weapon typically thrown by hand (also called hand grenade), but can also refer to a shell (explosive projectile) shot from the muzzle of a rifle (as a rifle grenade) or a grenade launcher. A modern hand grenade generally consists of an explosive charge ("filler"), a detonator mechanism, an internal striker to trigger the detonator, and a safety lever secured by a cotter pin.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Grenade
1. Aujourd‘hui, la grenade, nommée aussi pomme grenade, entame une nouvelle vie.
2. Au printemps 2006, Séville et Grenade avaient organisé via Internet un concours du «macrobotellon», finalement gagné par Grenade.
3. Ou alors, regardez la grenade en photo ci–contre.
4. Et puis, la grenade est le relais de saveurs lointaines.
5. L‘arrivée sur Grenade avec l‘Al Andalus Expreso est inoubliable.